- Νεμέσεως
- Νεμέσεω̆ς , Νέμεσιςdistribution of what is duefem gen sg (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
νεμέσεως — νεμέσεω̆ς , νέμεσις distribution of what is due fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ραμνούσιος — α, ο / ῥαμνούσιος, ία, ον, θηλ. και Ῥαμνουσίς, ίδος, και Ῥαμνουσιάς, άδος, Α [Ῥαμνοῡς, οῡντος] 1. αυτός που ανήκει στον δήμο Ραμνούντος ή κατάγεται από αυτόν 2. ως κύριο όν. ο κάτοικος τού Ραμνούντος 3. το θηλ. α) προσωνυμία τής Νεμέσεως («ἐν… … Dictionary of Greek
Statue der Priesterin Aristonoe — Die Statue im Archäologischen Nationalmuseum Athen Die Statue der Priesterin Aristonoe im Archäologischen Nationalmuseum Athen (NAMA) mit der Inventarnummer 232 wird in das dritte Jahrhundert v. Chr. datiert. Die Statue ist in großen… … Deutsch Wikipedia
Ιχναίος — Ἰχναῑος, ία, ον (Α) 1. (επίθ. τής Θέμιδος και τής Νεμέσεως) αυτός που παρακολουθεί τα ίχνη 2. αυτός που κατάγεται από την πόλη Ίχναι τής Θεσσαλίας. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μπορεί να προέρχεται είτε από τον τ. ἴχνος από το τοπωνύμιο Ἴχναι] … Dictionary of Greek
Νεμέσεια — και Νεμέσια, τὰ (Α) [Νέμεσις] εορτή τής Νεμέσεως που γινόταν προς τιμήν τών νεκρών … Dictionary of Greek
Νεμεσείον — Νεμεσεῑον και Νεμέσιον, τὸ (ΑΜ) [Νέμεσις] ο ναός τής Νεμέσεως … Dictionary of Greek
ούπις — Επίκληση θεών στην αρχαία ελληνική θρησκεία. Οι Δωριείς χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα την επίκληση Ώπις. 1. Αναφέρεται στη θεά Άρτεμη. Με το επίθετο αυτό τη λάτρευαν στην Τροιζήνα, ψάλλοντας για να την τιμήσουν τις ούπιγγες (ύμνοι). Ούπιγγες στην… … Dictionary of Greek
προσκυνώ — άω / προσκυνῶ, έω, ΝΜΑ 1. (κυρίως σχετικά με τον Θεό, τις θεϊκές δυνάμεις και τις υλικές απεικονίσεις τους) προσκλίνω ή γονατίζω με ευλάβεια, εκδηλώνω ευλαβή θρησκευτική λατρεία και σεβασμό (α. «προσκυνήσαμε τον Επιτάφιο» β. «καὶ εὐδοκήσας ὁ… … Dictionary of Greek